Άγονη γραμμή

4 Δεκεμβρίου 2008

Τα οθωμανικά μνημεία του Ρεθύμνου

Filed under: Κολοβός Ηλίας — Άγονη Γραμμή @ 7:08 μμ
Tags:

Ας μεταφερθούμε μερικούς αιώνες πίσω… Στα μέσα του 17ου αιώνα, μετά από έναν μακροχρόνιο πόλεμο, που διήρκεσε από το 1645 μέχρι το 1669, η βενετική Κρήτη περιήλθε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Όταν οι Οθωμανοί κατακτούν το βενετικό Ρέθυμνο στα 1646, ένας από τους βασικούς στόχους τους είναι ο «εξοθωμανισμός» του αστικού χώρου, ώστε να παραπέμπει στο εξής στην ισλαμική Κωνσταντινούπολη, όχι πια στη χριστιανική Βενετία. Για να καταλάβουμε καλύτερα αυτή τη διαδικασία, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τη μεταφορά της θεατρικής σκηνής: η πόλη του Ρεθύμνου, ως σκηνικό, όφειλε στο εξής να αναδεικνύει την κυριαρχία του οθωμανικού ισλάμ. Για να στηθεί το νέο σκηνικό, οι Οθωμανοί χρησιμοποίησαν κυρίως κομμάτια του παλιού σκηνικού, που είχαν στήσει οι Βενετοί ώστε να παραπέμπουν οι αποικίες τους στη Γαληνοτάτη· ανασημασιοδότησαν όμως τα σκηνικά αυτά υλικά, με κατάλληλες προσθήκες, ώστε να συμβολίζουν στο εξής τη δική τους κυριαρχία. Παράλληλα, έφτιαξαν, όπου χρειαζόταν, νέα σκηνικά, για να διατρανώσουν το μήνυμα της υποταγής στην κυριαρχία τους. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν μια ισλαμική δυναστική αυτοκρατορία. Η εξουσία ασκούνταν από τον σουλτάνο, ή στο όνομα του, η οικογένεια του οποίου πρέσβευε την ισλαμική θρησκεία. Συνεπώς, το συμβολισμό της κρατικής εξουσίας αναδείκνυαν με τον προσφορότερο τρόπο τα τζαμιά που ιδρύονταν στο όνομα του εκάστοτε σουλτάνου. Στην Κωνσταντινούπολη, οι κορυφές των επτά λόφων της χρησιμοποιήθηκαν για να ιδρυθούν τα μεγάλα τζαμιά των σουλτάνων, διαμορφώνοντας εν τέλει, με τους ψηλούς μιναρέδες τους, έναν μοναδικό ορίζοντα, που μεταμόρφωσε τη βυζαντινή πόλη σε οθωμανική.

Στο Ρέθυμνο, αντίστοιχα, αμέσως μετά την κατάκτηση της πόλης, χτίστηκε στην κορυφή του λόφου του βενετικού φρουρίου της Φορτέτσας ένα νέο σουλτανικό τζαμί, στο όνομα του βασιλεύοντα τότε σουλτάνου Ιμπραήμ. Στα 1649, διαβάζουμε στα παλιά έγγραφα ότι ο μεβλανά Γιουσούφ ήταν ήδη εκεί επικεφαλής της προσευχής, στεκόταν δηλαδή τις καθορισμένες ώρες μπροστά από το ωραίο μιχράμπ που έχει αποκαταστήσει σήμερα με φροντίδα η Αρχαιολογική Υπηρεσία μας, μνημονεύοντας το όνομα του σουλτάνου, που ήταν πλέον ο Μεχμέτ Δ΄. Το τζαμί του σουλτάνου χτίστηκε σε αυτή τη θέση για να φαίνεται, με το μεγάλο θόλο και το μιναρέ του που σώζεται μόνο στη βάση του πια να ξεχωρίζει από μακριά, από όσους πλησίαζαν την πόλη, από τη θάλασσα ή την ξηρά, καθώς και από τους κατοίκους του Ρεθύμνου. Με μια κίνηση, την προσθήκη ενός νέου κτιρίου, το σκηνικό αναδιαμορφώθηκε ριζικά… Το Ρέθυμνο ήταν πλέον μια πόλη του σουλτάνου… Κάτω, στην πόλη του Ρεθύμνου, όπου ζούσαν πλέον, πλάι στους χριστιανούς, μουσουλμάνοι, πολλοί μάλιστα εξισλαμισμένοι Κρητικοί, ο «εξοθωμανισμός» υλοποιήθηκε σταδιακά με τη μεταφορά του κέντρου βάρους του αστικού χώρου από την πιάτσα, την κεντρική πλατεία της βενετικής πόλης, στους μαχαλάδες, που είχαν στο κέντρο τους ένα τζαμί. Τη διαδικασία αυτής της μεταφοράς ανέλαβαν οι μεγάλοι στρατηγοί που ήταν επικεφαλής της κρητικής εκστρατείας, μαζί με τους αξιωματικούς τους· μέλη ισχυρών πολιτικών «τζακιών» της Κωνσταντινούπολης οι περισσότεροι, ασκούσαν τότε, στα μέσα του 17ου αιώνα, την πραγματική εξουσία στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, με τους σουλτάνους να περιορίζονται σε τελετουργικά πλέον καθήκοντα.

Ο πορθητής του Ρεθύμνου, ο Χουσεΐν Πασάς, με καταγωγή από το Γενί Σεχίρ της Μικράς Ασίας, αρχιστράτηγος της δύσκολης κρητικής εκστρατείας από το 1646 ως το 1658, χρησιμοποίησε στο Ρέθυμνο το μοναστήρι των Αυγουστινιανών μοναχών, τη Σάντα Μαρία, στο κέντρο της πόλης, για να ιδρύσει το τζαμί που έφερε το όνομά του και εμείς συνηθίζουμε να λέμε τζαμί της Νερατζές. Προσθέτοντας έναν μιναρέ, που γκρεμίστηκε από σεισμό για να ανοικοδομηθεί εκ νέου το 1890, στη μορφή που κυριαρχεί σήμερα στο κέντρο της παλιάς πόλης, καθώς και θόλους στη σκεπή της καθολικής εκκλησίας,

το βενετικό μνημείο άλλαξε χαρακτήρα, για να εξυπηρετεί πλέον την κοινότητα των μουσουλμάνων. Το τζαμί, πλέον, του Πασά, αποτελούσε το κεντρικό σημείο της πόλης, όπου έρχονταν να προσευχηθούν οι πιστοί μουσουλμάνοι, μνημονεύοντας το όνομα του πασά. Γύρω του εξάλλου, μια σειρά άλλων κτιρίων διαμορφώθηκαν για να εξυπηρετούν σειρά αναγκών των μουσουλμάνων Ρεθεμνιωτών. Το τζαμί λειτουργούσε και ως σχολείο για να μαθαίνει κανείς να διαβάζει το Κοράνι: το γειτονικό καθολικό παρεκκλήσι του Σώματος του Χριστού μετατράπηκε κάποια στιγμή σε βιβλιοθήκη, όπως διαβάζουμε μέχρι σήμερα στο υπέρθυρό του, για τα ισλαμικά χειρόγραφα. Ίσως στα κελλιά των μοναχών που θα υπήρχαν γύρω να διέμεναν πλέον μουσουλμάνοι σπουδαστές. Πιο πέρα, ο μεγάλος ναός των Φραγκισκανών μοναχών χρησιμοποιήθηκε από τη δεκαετία του 1650 για να στεγάζει το ιμαρέτι του Πασά, ένα είδος λέσχης για τη μουσουλμανική ελίτ της πόλης, όπου παρατίθονταν τελετουργικά γεύματα.

Το ιμαρέτι αποτελούσε λοιπόν ένα αντίστοιχο της βενετικής Λότζιας, η οποία μετατράπηκε επίσης σε μικρό τζαμί, μεστζίτ, ώστε να ολοκληρωθεί η ανασημασιοδότηση του χώρου της κεντρικής βενετικής πιάτσας. Το έργο της μετατροπής υλοποίησε ένας από τους αξιωματικούς του Πασά, ο Χατζή Ιμπραήμ Αγάς, στα 1657, ο οποίος, στην κτητορική επιγραφή που τοποθέτησε στο κτίριο και φυλάσσεται σήμερα στη Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Ρεθύμνης καυχιέται για την κατάκτηση της πόλης και το έργο του ως συμβολή στον «εξισλαμισμό» του Ρεθύμνου (φανταζόμαστε ότι και ο πασάς θα είχε τοποθετήσει κάποια αντίστοιχη επιγραφή στο τζαμί της Νερατζές…):

«Η δόξα των βεζίρηδων ο λέων Χουσεΐν Γκαζί // ελευθέρωσε αυτή τη χώρα από τα χέρια των απίστων. Το κάστρο του Ρεθύμνου ανήκει πλέον στον Οίκο του Ισλάμ. Ο αγάς του, ο Κιουτσούκ Χατζιλάρ Ιμπραΐμ Αγά φρόντισε να χτιστεί αμέσως αυτό το κοινωφελές κτίριο. Έκτισε στο δρόμο του Θεού ένα τέτοιο ωραίο τζαμί, ώστε πλούσιοι και φτωχοί να τελούν τις πέντε προσευχές της ημέρας. Ο Εγιουμπί ακολουθώντας την οδό της σωτηρίας συνέταξε το χρονόγραμμα για τη μορφή του τζαμιού: «Ας είναι ευλογημένος ο Θεός! Πόσο παραδεισένιος είναι ο τόπος αυτού του τζαμιού!».

Τη δόξα του Χουσεΐν Πασά ζήλεψαν και οι διάδοχοί του, όπως ο Ανκεμπούτ («Αράχνη») Αχμέτ Πασάς, αρχιστράτηγος στην Κρήτη στη δεκαετία του 1660, ο οποίος μετέτρεψε σε τζαμί την ορθόδοξη εκκλησία της Κεράς των Αγγέλων, τη σημερινή Μικρή Παναγιά, για να λειτουργήσει ως κέντρο του μαχαλά του Μακρύ Στενού. Λίγο πιο πέρα, στο μαχαλά που βρισκόταν στα δυτικά της πόλης, στη συμβολή των σημερινών οδών Κορωναίου και Σμύρνης, μάλλον εκείνα τα χρόνια, μια άλλη ορθόδοξη εκκλησία, η Αγία Σοφία, μετατράπηκε σε μικρό τζαμί από έναν αξιωματικό των γενιτσάρων, τον Γιαχγιά Ιμπραήμ. Ένα νέο τζαμί φαίνεται ότι έχτισε στην ανατολική άκρη του Ρεθύμνου, στο τέλος της σημερινής οδού Αρκαδίου, στα χρόνια μετά την κατάκτηση του Χάνδακα, στη δεκαετία του 1680 μάλλον, ο Καρά Μουσά Πασάς, διοικητής του Ρεθύμνου εκείνα τα χρόνια. Ο Πασάς πέθανε το 1692 και ετάφη στον ίδιο χώρο, στο μικρό μαυσωλείο που ονομάζουμε τουρμπέ και βλέπουμε σήμερα στην αυλή (Και τα δύο κτίρια αποκαθιστά όμορφα σήμερα η Αρχαιολογική Υπηρεσία).

Την οικογένεια του σουλτάνου μέσα στον κυρίως αστικό χώρο εκπροσωπούσε στο Ρέθυμνο το νέο τζαμί που χτίστηκε στη δεκαετία του 1650 στο όνομα της μητέρας του βασιλεύοντα στα χρόνια του Κρητικού Πολέμου σουλτάνου Μεχμέτ Δ΄, της βαλιντέ σουλτάνας Τουρχάν Χατιτζέ, στον μαχαλά που βρισκόταν στην περιοχή της Μεγάλης Πόρτας. Τη διαχείριση ωστόσο του τζαμιού είχε αναλάβει η οικογένεια του πορθητή του Ρεθύμνου Χουσεΐν Πασά. Στο όνομα της ίδιας σουλτάνας είχε ιδρυθεί και ένα σχολείο στην πόλη. Όπως συνέβαινε και με τα άλλα τζαμιά της πόλης, τη λειτουργία του τεμένους χρηματοδοτούσαν οι φόροι χωριών του Ρεθύμνου, στη συγκεκριμένη περίπτωση οι φόροι από το χωριό Πηγή, καθώς και τα ενοίκια των καταστημάτων γύρω από το τζαμί, που βλέπουμε σήμερα στη σειρά στην οδό Τομπάζη. Πάνω από την είσοδο του κτηρίου μια επιγραφή αναφέρει την ανακατασκευή του το καλοκαίρι στα 1816 από τον Χιλμή Ιμπραήμ Πασά. Ενώ ο μιναρές, που βλέπουμε όλοι όταν παρκάρουμε στους Τέσσερις Μάρτυρες, σύμφωνα με την επιγραφή, ξαναχτίστηκε στα 1878, χάρη στις ενέργειες ενός μουσουλμάνου Ρεθεμνιώτη:

«Ο περιώνυμος Μεχμέτ Αγά Μπολανάκης έβαλε στόχο κι έχτισε αμέσως αυτόν τον μιναρέ. Με τη φροντίδα του έλαμψε σήμερα το Βαλιντέ Τζαμί. Το εκκλησίασμα των σουνιτών προσεύχεται μέρα νύχτα. Το όνομα του ευεργέτη ας μνημονεύεται από τους μουεζίνηδες. Για ένα τέτοιο ευάρεστο έργο, όσοι έπαινοι και ευχές και να διαβαστούν, δεν αρκούν γι’ αυτόν. Ας του δώσει ο Θεός την ανταμοιβή του και στους δύο κόσμους (τον παρόντα και τον μέλλοντα). Ο Φεβζί κόσμησε το χρονόγραμμά του με ένστικτα γράμματα: «Η σπουδαία πράξη της δωρεάς αποτελεί έπαινο εις τον αιώνα των αιώνων.»

Ένα νέο τζαμί χτίστηκε και έξω από τα τείχη της πόλης του Ρεθύμνου, στα χρόνια πάλι του πορθητή της πόλης Χουσεΐν Πασά, από έναν υπασπιστή του, τον Βελή Πασά. Πρόκειται για το γνωστό μας τζαμί του Μασταμπά, σήμερα Παλαιοντολογικό Μουσείο. Η θέση του εξηγείται με βάση το γεγονός ότι συνδεόταν με έναν τεκέ, ένα ίδρυμα συγκέντρωσης δερβίσηδων, μυστικιστών του ισλάμ, που εκείνα τα χρόνια ακολουθούσαν τις στρατιές και έπαιζαν σπουδαίο ρόλο στην κοινωνικοποίηση των μουσουλμάνων των πόλεων και της υπαίθρου, καθώς και στον εξισλαμισμό (λίγο πιο ψηλά, στο λόφο του Εβλιά, σώζονται ακόμα ερείπια από τον τάφο και προσκύνημα ενός τέτοιου δερβίση, του Αλί Μπαμπά, που περιγράφει ωραία ο Πρεβελάκης στο Χρονικό της Πολιτείας μας…). Και στη περίπτωση του τζαμιού του Μασταμπά, ο εντυπωσιακός μιναρές δεν είναι ο αρχικός: ετούτος χρονολογείται σύμφωνα με τη σωζόμενη επιγραφή στα 1789, τη χρονιά της Γαλλικής Επανάστασης. Η επιγραφή αναφέρει: «Να μη βασκαθεί! Δόξα και ευγνωμοσύνη στο Κύριο … Κάναμε δωρεά ανακαινίσαμε το μιναρέ για να ακούγεται το εζάνι (η προσευχή) και για την ελεημοσύνη του Θεού». Με την ανέγερση νέων τζαμιών και τη μετατροπή παλαιών εκκλησιών, οι Οθωμανοί, από τα πρώτα χρόνια της κυριαρχίας τους, βλέπουμε ότι πετυχαίνουν τον «εξοθωμανισμό» των κύριων σημείων του αστικού χώρου του Ρεθύμνου. Το σκηνικό στήνουν τα τζαμιά, με τους μιναρέδες και τα συγκροτήματα γύρω τους· το σκηνικό γέμιζε και με μικρότερα κτίσματα, όπως για παράδειγμα τους τουρμπέδες, τους τάφους που ανεγέρθηκαν για όσους πολέμησαν για την κατάκτηση της πόλης και τους επόμενους αιώνες μετατράπηκαν σε αγίους για τους μουσουλμάνους της πόλης (γι’ αυτό το λόγο και το 1924 πήραν μαζί τους φεύγοντας τα οστά τους…): οι περισσότεροι δε σώζονται πια. Ανεβαίνοντας για τη Φορτέτσα ο τουρμπές του Ιμάμ Πασά, ο τουρμπές του Σεχίτη στα γκρεμνά στη βόρεια πλευρά του κάστρου, ο τουρμπές του Σεχίτη στη Σοχώρα, ο τουρμπές έξω από την Πύλη της Άμμου… Ένας μόνο τουρμπές σεχίτη, πολεμιστή πεσόντα στην οθωμανική κατάκτηση του Ρεθύμνου, στέκει όρθιος σήμερα, στον περίβολο του τζαμιού της Νερατζές…

Οι Οθωμανοί λοιπόν έστησαν το σκηνικό τους στην πόλη μας, από τις πρώτες δεκαετίες της κυριαρχίας τους. Ένα σκηνικό όμως, για να ζωντανέψει η παράσταση, χρειάζεται και ανθρώπους για να δράσουν μέσα σε αυτό.

Μια σημαντική παράμετρος των αλλαγών που επήλθαν με την οθωμανική κατάκτηση της Κρήτης υπήρξε το γεγονός ότι στο νησί αναπτύχθηκε σιγά-σιγά, κατά κύριο λόγο μέσω των εξισλαμισμών των ντόπιων κατοίκων, μια σημαντική κοινότητα μουσουλμάνων, τόσο στις πόλεις όσο και στην ύπαιθρο. Οι μουσουλμάνοι της Κρήτης, πολλοί από τους οποίους ήταν Κρητικοί που έγιναν μουσουλμάνοι, άφησαν το στίγμα τους στον αστικό χώρο που περίσσευε γύρω από το μεγάλο σκηνικό που στήθηκε στα χρόνια της κατάκτησης, με μικρότερης εμβέλειας οικοδομήματα που έχτισαν κατά τους επόμενους αιώνες.

Τα σπίτια τους πρώτα απ’ όλα, με τους κλειστούς εξώστες (σαχνισιά), για να μπορούν να κοιτάζουν οι χανούμισσες έξω από τα καφασωτά παράθυρα χωρίς να τις βλέπουν (Αραμπατζόγλου 27, Βερνάρδου 45-47 [1870/71]),  με τα κιγκλιδώματα στα υπέρθυρα (Εθνικής Αντιστάσεως 82 [1894/95]), την ημερομηνία χαραγμένη τόσο στο χριστιανικό όσο και στο μουσουλμανικό ημερολόγιο (Μάρκου Ρενιέρη 10 [1275/1858]), με τα συντριβάνια στους κήπους τους (Πατελάρου 5), και μέσα σε αυτά τα μικρά χαμάμ (Αρκαδίου 214-216, Μάρκου Ρενιέρη 16, Μπότσαρη 9, Ξανθουδίδου 10)… σε ορισμένες περιπτώσεις τα σπίτια τους ήταν μεγάλα αρχοντικά, όπως αυτό του Αλή Βαφή Εφέντη από τα Σελιά, που χτίστηκε το 1902 με επιγραφή στο υπέρθυρο στο όνομα του Αλλάχ…

Στον κάθε μαχαλά, μια κρήνη, για να εξασφαλίζει το πόσιμο νερό. Δείτε πώς περιγράφει ο Κασήμ Μπέης, την κρήνη που έχτισε στα 1863/64 στη συμβολή των οδών Κορωναίου και Σμύρνης, απέναντι από το τζαμί του μαχαλά, στην επιγραφή που σώζεται σήμερα: «Παλαιότερα δεν υπήρχε κρήνη σε αυτή η συνοικία, με αποτέλεσμα οι κάτοικοι να βρίσκονται σε ένδεια και να αγωνιούν διαρκώς για να εξασφαλίσουν νερό. Ο Κασίμ Μπέι, γιος του Κλαψάρ-ζαντέ Γιουνούς Αγά, έχτισε μια κρήνη, επιθυμώντας την αμοιβή και την άφεση του Θεού. Όσοι πίνουν αυτό το νερό ας μνημονεύουν με μια φατιχά (προσευχή) τον δωρητή, ώστε να είναι πλήρης ανταμοιβών στον παράδεισο. Το έντεχνο ημιστίχιο χρονόγραμμα: Πιες τρεχούμενο νερό από αυτή την επιθυμητή κρήνη για την αγάπη του Θεού!«.

Το 1863/64, ο Κασήμ Μπέης, μαζί με τον αδερφό του Ετχέμ, γιοι και οι δύο του Κλαψάρ-ζαντέ Γιουνούς Αγά, έχτισαν τέσσερις κρήνες στο Ρέθυμνο, με πανομοιότυπες σχετικές επιγραφές, που σώζονται όλες, στη συμβολή των οδών Κορωναίου και Σμύρνης, όπως είδαμε, στην Πατριάρχου Γρηγορίου, στην Πρεβελάκη και η τέταρτη στον αυλότοιχο του Δημοτικού Κήπου σήμερα. Είναι σαφές ότι η οικογένεια των Κλαψάρ-ζαντέδων ανήκε τότε στις επιφανής οικογένειες των μουσουλμάνων του Ρεθύμνου τότε. Ο Κλαψάρ-ζαντέ Ετχέμ Μπέης, εξάλλου, μερίμνησε για να χτιστεί στα 1892/93 για τα κορίτσια των μουσουλμανικών οικογενειών του Ρεθύμνου το σχολείο που ξέρουμε σήμερα ως τούρκικο σχολείο. Στην ωραία επιγραφή του, στην είσοδο από την οδό Παπαμιχελάκη σήμερα, διαβάζουμε τα εξής: «Με την αγαθή χάρη [του Θεού], το άστρο του [σουλτάνου] Αμπντουλχαμίτ Χαν έλαμψε στα κράτη των βασιλιάδων όλου του κόσμου. Αυτό το έργο πήρε σάρκα και οστά χάρη στη μεγάλη γενναιοδωρία του. Μέρα νύχτα οι μουσουλμάνοι εύχονται αδιάκοπα γι’ αυτόν. Ας στέκει αιώνια με τη συγκατάθεση του Κυρίου αυτό το σχολείο για την πρόοδο των μουσουλμάνων παρθένων. Το χρονόγραμμα για την αποπεράτωσή του συνέθεσε ο Τζελάλ, όντας Γενικός Διοικητής: Αυτό το Σχολείο Θηλέων κτίστηκε για χάρη του ισλάμ στο Ρέθυμνο! Αποπερατώθηκε με τη μεσολάβηση της προεδρίας του Ρεθυμνιώτη Κλαψάρ-ζαντέ Ετχέμ Μπέη. «

Με το σχολείο, βρεθήκαμε ήδη στον 19ο αιώνα, έναν αιώνα που χαρακτηρίστηκε για την Οθωμανική Αυτοκρατορία από τις μεταρρυθμίσεις που επιχειρήθηκαν στο πνεύμα του δυτικότροπου εκσυχρονισμού. Οι μεταρρυθμιστικές προσπάθειες εκφράστηκαν και στην οικοδόμηση κρατικών κτηρίων με διαφορετικό πλέον πνεύμα, αν το συγκρίνουμε με τα χρόνια της κατάκτησης της Κρήτης. Οπωσδήποτε δεν είναι τυχαίο ότι πολλά από αυτά τα κτίρια είναι ακόμα σε χρήση με παρόμοιες λειτουργίες, σε αντίθεση με τα μνημεία της πρώτης περιόδου της οθωμανικής κυριαρχίας. Στο Ρέθυμνο, εκτός από το παράδειγμα του Τούρκικου Σχολείου, χτίστηκαν τότε η (και τότε και τώρα) Νομαρχία (μεταξύ 1845-1870), ο γειτονικός Στρατώνας (1847-1850), που δε σώζεται πια, αλλά και η δεξαμενή του Μασταμπά (1892-93), από την οποία υδρευόμαστε ακόμα.

Οι μεταρρυθμίσεις, εκ των υστέρων γνωρίζουμε, δεν έλυσαν τα προβλήματα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η οποία συρρικνώθηκε σταδιακά, για να καταλήξει σχεδόν στα σύνορα της σημερινής Τουρκίας, η οποία τη διαδέχτηκε στα 1924. Την κατάρρευση της αυτοκρατορίας ακολούθησε την ίδια χρονιά η υποχρεωτική Ανταλλαγή των Πληθυσμών. Στην Κρήτη, που ήταν ήδη αυτόνομη από τα 1898 και ενωμένη με την Ελλάδα από το 1913, οι μουσουλμάνοι Κρητικοί πήραν το δρόμο της προσφυγιάς στην Τουρκία, δίνοντας τη θέση τους στους χριστιανούς πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία… Άφησαν πίσω τους μια παράδοση για την οποία σας μίλησα σήμερα, αλλά και άλλα που χάθηκαν στο μεταξύ, όπως – τελευταίο παράδειγμα – τα ωραία κτήρια του μπεκτασήδικου τεκέ του Χατζή Χασάν Μπαμπά του 19ου αιώνα, που βλέπουμε σε παλιές φωτογραφίες που ανακαλύψαμε στην έρευνά μας. Στη θέση του τεκέ χτίστηκε το Ορφανοτροφείο, που σήμερα στεγάζει το Μουσικό Γυμνάσιο της πόλης μας. (Ο Χατζή Χασάν Μπαμπά, γεννηθείς το 1829/30, είχε διατελέσει τελωνειακός υπάλληλος στο Ρέθυμνο και προερχόταν από την τοπική οικογένεια των Ουστά-ζαντέ, πριν ταξιδέψει και διαμείνει στον τεκέ του Χατζί Μπεκτάς στη Μικρά Ασία για δύο χρόνια.

Στη συνέχεια, αφού έκανε το προσκύνημα στη Μέκκα και πήρε το προσωνύμιο του χατζή, επέστρεψε στο Ρέθυμνο και ανέλαβε την ηγεσία του τεκέ των Μπεκτασήδων, μέχρι το θάνατό του, το 1904. Ετάφη σε τουρμπέ στην αυλή του τεκέ…)

Επιχείρησα να σας μεταφέρω στην πόλη μας στα χρόνια των Οθωμανών επιλέγοντας ορισμένα στοιχεία από ένα σύνολο πολιτισμικών πληροφοριών που συγκεντρώνουμε κάποια χρόνια τώρα στο Ινστιτούτο Μεσογειακών Σπουδών, για όλη την Κρήτη, μέρος ενός γενικότερου προγράμματος για την ιστορία και την αρχαιολογία του νησιού μας (που χρηματοδοτήθηκε από την Κοινωνία της Πληροφορίας). Για περισσότερα, φυσικά υπάρχουν περισσότερα, για τα οθωμανικά μνημεία μπορείτε να επισκεφτείτε την ιστοσελίδα μας, όπου, με τη βοήθεια ενός ψηφιακού χάρτη του Ρεθύμνου, μπορείνα περπατήσει κανείς από όλο τον κόσμο πολλές από τις γειτονιές της πόλης (http://digitalcrete.ims.forth.gr)… Είναι ένα κομμάτι της πολύμορφης ιστορίας της πόλης μας, που, περπατάμε που περπατάμε πλάι του κάθε μέρα, πρέπει να το γνωρίζουμε κιόλας… Και δεδομένου του τουριστικού ενδιαφέροντος για την πόλη μας, νομίζω ότι θα ήταν καλό να σκεφτούμε τρόπους να το αναδείξουμε περισσότερο κι αυτό…

Ηλίας Κολοβός

Λέκτορας Οθωμανικής Ιστορίας, Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας Πανεπιστημίου Κρήτης – Ινστιτούτο Μεσογειακών Σπουδών Ι.Τ.Ε.

Διάλεξη που δόθηκε την 1η Δεκεμβρίου 2008 στο Δημαρχείο Ρεθύμνου στο πλαίσιο των ανοιχτών διαλέξεων προβληματισμού και παρέμβασης που συνδιοργάνωσαν η Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Κρήτης και το Δίκτυο Εθελοντών του Δήμου Ρεθύμνου.

Σχολιάστε »

Δεν υπάρχουν σχόλια.

RSS feed for comments on this post.

Σχολιάστε

Δημιουργήστε ένα δωρεάν ιστότοπο ή ιστολόγιο στο WordPress.com.